Tuesday, April 14, 2020

Μια Ερωτική Ιστορία - Μεγάλη Τρίτη







Του Κωστή Μπασογιάννη

Η επαφή με το Φως προκαλεί στον άνθρωπο μια αναπόφευκτη σύγκριση. Σε κάποιους αυτή η σύγκριση είναι δυνατόν να προκαλέσει τύψεις συνειδήσεως και ενοχές. Φόβο και πανικό. Διάθεση απολογίας με παιδαριώδεις δικαιολογίες. Και φυγή προς ένα σκοτεινό πεπρωμένο.

Η Εύα στον παράδεισο κρύφτηκε από το φόβο. Γιατί της ήταν αδύνατο να αντικρύσει το φως αυτό. Η εκτροπή της από το κατά φύσιν του Ανθρώπου ήταν τρομερή. Στηριζόταν σε φιλοδοξία δύναμης και εξουσίας, ενώ ήταν πλασμένη για κοινωνία και συνεργασία. Ονειρεύτηκε να συστήσει με τον καλό της συμμορία που θα λυμαίνεται την Γη προς ίδιον όφελος, αντί για οικογένεια. Ονειρεύτηκε το μεγαλείο τής κοσμοκρατορίας, αντί την διακονία τής κοινότητας. Ονειρεύτηκε θρόνο εκμετάλλευσης, αντί για τίμια εργασία. Κάτι που έκανε την καταστροφική επίπτωση της έπαρσής της αναπόδραστη. Χωρίς ελπίδα, χωρίς καν την γνώση τής διαδικασίας τής μετάνοιας, βουτηγμένη ήδη στο σκοτάδι τής ματαιοδοξίας, μη μπορώντας να δεί τίποτε, μόνο το βήμα του Θεού μπορούσε ν΄ακούσει, απειλητικό. Και την καταστροφική επίπτωση της έπαρσής της να νοιώσει αναπόδραστη.

Έρχεται όμως και η στιγμή που η σύγκριση τού Φωτός με τον ζόφο αποκαθιστά την στρέβλωση τής παραφύσιν λειτουργίας που κάνει τον άνθρωπο να περιπλανάται στην χώρα τής ματαιότητας.

Η μυροφόρος γυναίκα, απόγονος τής Εύας, έζησε για χρόνια στο σκοτάδι, όπως και όλος ο κόσμος. Στο σκοτάδι τού φόβου, σ' ένα περιβάλλον εχθρικό, απειλητικό, όπου η ανάγκη για ψυχική και σωματική επιβίωση απαιτούσε σκληρή εργασία και αρκετή πονηριά. Γνώριζε, όμως, όπως ο καθένας μας, τί επιθυμούσε η ψυχή της. Και, ακόμη και μέσα σ΄αυτό το σκοτάδι, έψαχνε και έβρισκε οτιδήποτε θα μπορούσε να μοιάσει κάπως με το Φώς που ποθούσε. Με την άφοβη λιακάδα τής Αγάπης. Πολύ σωστά, το έψαχνε στους άλλους ανθρώπους. Ο λάγνος Έρωτας στο σκοτάδι το ασέληνο, οι ανόητες αγάπες και τ' ανόητα φιλιά, τα ψεύτικα λόγια, η αγχώδης και ανασφαλής προετοιμασία τής δημιουργίας και συντήρησης ενός ερωτεύσιμου κορμιού, η περιπλάνηση στους δρόμους προς άγραν του σκοτεινού αντικειμένου τού ποθου, το ποζάρισμα στα σαλόνια και στην πολλή συνάφεια του κόσμου, στων σχέσεων και των συναναστροφών την καθημερινήν ανοησία, φάνταζαν μέσα σ' αυτό το σκοτάδι σαν πραγματικό βάλσαμο στην καταθλιπτική έλλειψη Αγάπης.

Τότε ήρθε η Επαφή με το Φως. Τότε παρουσιάστηκε μπροστά της ο Ήλιος τής Δικαιοσύνης, που αυτή τη φορά δεν ήρθε απειλητικός, αλλά συγκαταβατικός. Γιατί μετά από τόσα χρόνια στο ασέληνο σκότος, γνώριζε η γυναίκα πολύ καλά τί αληθινά ποθούσε. Γιατί ο οίστρος τής ακολασίας, μια κίβδηλη αγάπη που εζήλει, εζήτει τα εαυτής, εφυσιούτο, παρωξύνετο και τελικώς εξέπιπτε, δεν ήταν παρά ένα φθηνό υποκατάστατο της αληθινής Αγάπης. Και τον αναγνώρισε. Αισθάνθηκε την Θεότητα. Αλλά δεν ντράπηκε, δεν φοβήθηκε, δεν ένοιωσε ενοχές. Εξέφρασε την λατρεία της, ελεύθερα, γλυκά, με μια μεγαλειώδη παρρησία με βαθειά πίστη στην ανταπόκριση τού Νυμφίου. Χωρίς να τσιγκουνεύεται ούτε το άρωμα, ούτε τον χρόνο με τον Αγαπημένο. Στην πιο τρυφερή και ερωτική στιγμή του Ευαγγελίου.

b.
_______

Το τροπάριον της Κασσιανής

Κύριε, η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή,
την σήν αισθομένη Θεότητα μυροφόρου αναλαβούσα τάξιν,
οδυρομένη μύρα σοι προ του ενταφιασμού κομίζει.

Οίμοι! λέγουσα, οτι νύξ μοι υπάρχει, οίστρος ακολασίας,
ζοφώδης τε και ασέληνος έρως της αμαρτίας.

Δέξαι μου τας πηγάς των δακρύων,
ο νεφέλαις διεξάγων της θαλάσσης το ύδωρ,
κάμφθητί μοι προς τους στεναγμούς της καρδίας,
ο κλίνας τους ουρανούς τη αφάτω σου κενώσει.

Καταφιλήσω τους αχράντους σου πόδας,
αποσμήξω τούτους δε πάλιν τοις της κεφαλής μου βοστρύχοις,
ων εν τω Παραδείσω Εύα το δειλινόν κρότον τοις ώσιν ηχηθείσα,
τω φόβω εκρύβη.

Αμαρτιών μου τα πλήθη
και κριμάτων σου αβύσσους τις εξιχνιάσει,
ψυχοσώστα Σωτήρ μου;

Μη με την σήν δούλην παρίδης,
Ο αμέτρητον έχων το έλεος».
 
Κασσιανή μοναχή (9ος αιώνας μ.Χ.)



No comments:

Post a Comment